Το βράδυ κοιμήθηκαν κορίτσια και το πρωί ξύπνησαν γυναίκες. Θυμάμαι και ποια μέρα περίπου έγινε αυτό. Και τι ακολούθησε. Πήραν μεγάλες σακούλες και άδειασαν τα ρούχα από την ντουλάπα τους. Έβαλαν μέσα ό,τι ήταν ροζ ή είχε λουλούδια, πουά, πτι καρό και άφησαν στα ράφια μόνο κάτι γκρι φόρμες. Μετά μου ανακοίνωσαν: μαμά, δεν έχουμε τίποτα να φορέσουμε, πρέπει να πάμε για ψώνια. Οι κόρες μου σταμάτησαν να είναι κορίτσια μέσα σε μία νύχτα και έγιναν έφηβες. Το βλέμμα τους είναι ακόμα παιδικό -για μένα ίσως και βρεφικό, όπως τότε που τις πρωταντίκρισα- όμως το μυαλό τους, το σώμα τους, τα ενδιαφέροντά τους, οι απόψεις τους, ακόμα και η ώρα που πηγαίνουν κάθε βράδυ για ύπνο τις κάνει αυτό που θέλουν και οι ίδιες να είναι. Έφηβες της εποχής μας.

Ξεκίνησα το ταξίδι της μητρότητας γνωρίζοντας από την αρχή ότι η εφηβεία θα είναι η πιο δύσκολη πίστα. Ηταν στα μάτια μου ένα μεγάλο κενό, η στιγμή που τα παιδιά μου θα άφηναν το χέρι μου και θα έτρεχαν μόνα τους προς το άγνωστο. Θα μπορούσε αυτός να είναι ο ουσιαστικός απογαλακτισμός από το υπερπροστατευτικό κουκούλι της μαμάς και του μπαμπά. Ολα όσα φοβόμουν όμως δεν ήταν τίποτα μπροστά σε εκείνα που πλέον συμβαίνουν στον κόσμο των εφήβων αλλά και των παιδιών του Δημοτικού. Χορογραφίες στο Tik-Tok, πόζες στο Instagram, ομαδικές συνομιλίες στο Viber, απεριόριστη πρόσβαση στο Netflix, στίχοι της τραπ που επαναλαμβάνουν άθλια στερεότυπα για τις σχέσεις των δύο φύλων. Ενας χαοτικός κόσμος από ερεθίσματα, ιδέες, πρότυπα, ανθρώπους που δύσκολα οι γονείς μπορούν να ελέγξουν. Οι κόρες μας θα μπορούσαν να είναι η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, να γεύονται περίεργα φρούτα και να ανακαλύπτουν εμπειρίες, όμως αυτή η Χώρα έχει μόνο ένα στόχο: την Αλίκη-αντικείμενο. Την Αλίκη που αποχαιρετά βίαια την παιδική ηλικία και βιάζεται να γίνει γυναίκα. Οπου κι αν γυρίσεις το κεφάλι σου στον ψηφιακό και στον αληθινό κόσμο που περιβάλλει τα παιδιά μας οι γυναίκες για να είναι αποδεκτές πρέπει να έχουν άψογο μακιγιάζ, τέλεια χαρακτηριστικά, προκλητικές καμπύλες, να φοράνε crop top με ξεφτισμένο τζιν σορτς και να κοιτάζουν με νόημα τον φακό.

Οι γυναίκες για να είναι αποδεκτές πρέπει να έχουν άψογο μακιγιάζ, τέλεια χαρακτηριστικά, προκλητικές καμπύλες, να φοράνε crop top με ξεφτισμένο τζιν σορτς και να κοιτάζουν με νόημα τον φακό.

Eνα ολόκληρο σύμπαν έχει στηθεί για να επιβάλει στα κορίτσια πώς πρέπει να είναι. «Ο σεξισμός βρίσκεται παντού, σε κάθε στοιχείο της καθημερινότητας των εφήβων», μας λέει η σκηνοθέτις Βάνια Τέρνερ, που μαζί με τη Μαρία Σιδηροπούλου γύρισαν το ντοκιμαντέρ μικρού μήκους «Girlhood» παρακολουθώντας τις ζωές και τις σκέψεις τριών 17χρονων φιλενάδων στην Αθήνα της καραντίνας. «Η Νεφέλη σε μία σκηνή λέει ότι δεν της αρέσει καθόλου η μύτη της και ότι δεν θέλει να βγαίνει προφίλ για να μη φαίνεται. Η αλήθεια είναι ότι όλες μας έχουμε κάτι που δεν μας αρέσει τόσο πολύ πάνω μας. Είναι όμως αποτέλεσμα του σεξισμού ένα κορίτσι να ασχολείται τόσο πολύ με την εμφάνισή του από τόσο νωρίς. Υπάρχουν πρότυπα ομορφιάς στα οποία εκτίθενται από πολύ μικρή ηλικία, είναι όμως άπιαστα και κάνουν τις γυναίκες να σεξουαλικοποιούνται προτού ακόμα συνειδητοποιήσουν το φύλο τους. Ο σεξισμός δεν είναι μόνο το σφύριγμα στον δρόμο. Εχει πολλά πρόσωπα».

«Υπάρχουν πρότυπα ομορφιάς στα οποία εκτίθενται από πολύ μικρή ηλικία, είναι όμως άπιαστα και κάνουν τις γυναίκες να σεξουαλικοποιούνται προτού ακόμα συνειδητοποιήσουν το φύλο τους».

Η Χριστίνα διαμαρτύρεται γιατί στο σπίτι έχει αναλάβει τις δουλειές που θεωρούνται γυναικείες ενώ ο αδερφός της δεν τη βοηθάει. «Ήταν ξεκάθαρο ότι υπήρχε ένας έμφυλος διαχωρισμός σε ό,τι αφορά τις εργασίες του νοικοκυριού. Το πώς δημιουργούνται αυτοί οι ρόλοι, οι προσδοκίες που έχουμε από κάθε φύλο παίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτή την περίοδο κατά την οποία προσπαθούν να χτίσουν την ταυτότητά τους. Οι έφηβες σήμερα έχουν τεράστια έκθεση στα social media και ευαισθητοποιούνται σε αυτά τα θέματα από νωρίς. Δεν είναι άσχετες. Ξέρουν τι είναι ο φεμινισμός, έχουν το λεξιλόγιο για να εκφραστούν και να εξηγήσουν πράγματα που τους συμβαίνουν». Η ιδέα για μία ταινία που θα προσεγγίζει τον σεξισμό με έναν προσιτό τρόπο ανήκε στο Onassis Culture που έκανε και την παραγωγή. «Θέλαμε να καταγράψουμε το πώς η απομόνωση της πανδημίας επηρεάζει τρία κορίτσια, τα οποία μεγαλώνουν σε μια κοινωνία που παραμένει βαθιά πατριαρχική. Στόχος μας ήταν να κινηματογραφήσουμε την καθημερινότητά τους χωρίς να παρεμβαίνουμε, να τις ακούμε χωρίς να τις κρίνουμε, έτσι ώστε να δείξουμε το πώς ο σεξισμός διεισδύει σε κάθε πτυχή της ζωής τους αγγίζοντας ζητήματα όπως η ενηλικίωση, η σχέση με τα social media, οι διατροφικές διαταραχές, ο ρόλος και οι λειτουργίες των φύλων».

Το τέλος της αθωότητας

Η γενιά των σημερινών μαμάδων που έχει παιδιά στην εφηβεία μεγάλωσε χωρίς να αμφισβητήσει ποτέ το status quo της πατριαρχίας. Στις δικές μου αναμνήσεις ο φεμινισμός έφτανε μέχρι τις ΕΓΕΣ και ο αγώνας γινόταν για πολύ βασικά πράγματα, όπως το δικαίωμα της γυναίκας να διατηρεί το επώνυμό της μετά τον γάμο και φυσικά την πολύ αναγκαία αλλαγή του Οικογενειακού Δικαίου το 1983. Δεν είχα ακούσει ποτέ ότι τα πρότυπα ομορφιάς τα επιβάλλουν οι άνδρες γιατί έτσι ονειρεύονται το σεξουαλικό τους αντικείμενο. Ούτε ότι υποσυνείδητα μπορεί να θεωρούν τις γυναίκες αντικείμενα και αυτό είναι πολύ ύπουλο γιατί μπορεί τελικά να τους κάνει να πιστεύουν ότι έχουν εξουσία πάνω σε αυτές. Πίστευα ότι αρκούσε να μεγαλώσω τα παιδιά μου με αγάπη για να γίνουν ευτυχισμένοι έφηβοι και δεν υπολόγισα ότι ο κόσμος που διοικείται κυρίως από άνδρες σε θέσεις εξουσίας είναι πολύ σκληρός για τις γυναίκες. Ότι θα πρέπει να αγωνιστούν για το παραμικρό, από το να αγαπήσουν τη μύτη τους ή τα πόδια τους όπως είναι μέχρι το να επιστρέψουν ένα βράδυ στο σπίτι με ασφάλεια.

Πίστευα ότι αρκούσε να μεγαλώσω τα παιδιά μου με αγάπη για να γίνουν ευτυχισμένοι έφηβοι και δεν υπολόγισα ότι ο κόσμος που διοικείται κυρίως από άνδρες σε θέσεις εξουσίας είναι πολύ σκληρός για τις γυναίκες.

Συνειδητοποιώ ότι έπεφτα στις παγίδες της πατριαρχίας τη μία μετά την άλλη. Σκέφτομαι τώρα πόση «Μπάρμπι» έδωσα στα παιδιά μου. Οχι μόνο τις κούκλες για να παίζουν αλλά και ατέλειωτες ώρες με ταινίες στο σπίτι και στο σινεμά. Καθόμουν πάντα μαζί τους και διαπίστωνα διαρκώς ότι αυτό το θέαμα είναι τουλάχιστον κουτό, αλλά δεν μου περνούσε από το μυαλό ότι μπορεί να αποβεί και επικίνδυνο. Ότι σε λίγα χρόνια ίσως μετρήσουν τον εαυτό τους μπροστά στον καθρέφτη και ίσως απογοητευτούν που δεν είναι αρκετά ψηλές ή αρκετά αδύνατες, όπως οι κούκλες με τις οποίες μεγάλωσαν. Και ότι μια μέρα μπορεί γι’ αυτόν το λόγο να σταματήσουν να τρώνε και να χαθούν στο στρόβιλο της νευρικής ανορεξίας, της ψυχικής ασθένειας με τη μεγαλύτερη θνησιμότητα. Όχι, δεν φοβήθηκα από νωρίς ότι τα παιδιά μου μπορεί να γίνουν αντικείμενα και πως σε λίγα χρόνια μπορεί να φορέσουν ρούχα που δεν ταιριάζουν στην ηλικία τους και να λικνιστούν όπως οι tik-tokers μόνο και μόνο για να τραβήξουν την προσοχή ενός αγοριού. Γιατί; Γιατί έτσι κάνουν όλες και ο ανταγωνισμός είναι δύσκολος.

Ευτυχώς ο κόσμος γύρω μου στέλνει διαρκώς μηνύματα. Τώρα πια δεν μπορώ να λέω ότι δεν ξέρω. Με τόσες γυναικοκτονίες που συμβαίνουν δίπλα μας και τόση ενημέρωση γύρω από τη σημασία της ενδυνάμωσης των γυναικών δεν δικαιολογούμαι να μη γνωρίζω. Το girlhood (η «κοριτσοσύνη» σε ακριβή μετάφραση), δηλαδή η προστασία των κοριτσίστικων αξιών και δικαιωμάτων, μπαίνει ως ορολογία στη συζήτηση. Ενα βιβλίο με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε φέτος στην Αμερική με μια σειρά από δοκίμια που ξεκινάει από ένα απλό γεγονός στη ζωή της συγγραφέως: στα 11 χρόνια της, όταν το σώμα της άρχισε να αλλάζει, η Μελίσσα Φέμπος κατάλαβε ότι μαζί με αυτό άλλαζαν και όλα όσα σήμαινε η ίδια για τους άλλους. Στο πέρασμα του χρόνου ανέπτυξε συνήθειες και άμυνες για να ικανοποιήσει τις προσδοκίες των άλλων από εκείνη. Όμως οι αξίες που η ίδια και τόσες άλλες γυναίκες έχουν αφομοιώσει από τότε που ήταν κορίτσια δεν θέτουν σε προτεραιότητα την ασφάλεια, την ευτυχία ή την ελευθερία τους. Αντίθετα, αποσκοπούν να τις βάλουν σε καλούπια και να παραποιήσουν αυτούς τους στόχους που για εμάς έπρεπε να είναι ιεροί.

Με τόσες γυναικοκτονίες που συμβαίνουν δίπλα μας η προστασία των κοριτσίστικων αξιών και δικαιωμάτων μπαίνει ως ορολογία στη συζήτηση.

Η μεγαλοφυΐα της κοινωνικής δόμησης είναι ότι δεν μπορείς να τη δεις, έχει χτιστεί έτσι ώστε να είναι αόρατη, ώστε να μπορείς μόνο να τη διαιωνίζεις. Γίνεσαι γυναίκα όταν φροντίζεις για τις επιθυμίες και τις ανάγκες των ανδρών ή γενικώς των άλλων ανθρώπων. Η λύση που σκέφτηκε η Φέμπος για να αποστασιοποιηθεί από τα σεξιστικά στοιχεία του ρόλου της και να δει τα πράγματα αλλιώς ήταν ένας χρόνος αγαμίας. «Αποκόπτοντας τον εαυτό μου από τον συνηθισμένο τρόπο του να αντλεί επιβεβαίωση και συγκεντρώνοντας την προσοχή μου σε μένα, δημιούργησα έναν τεράστιο χώρο στη ζωή μου που πραγματικά δεν θυμάμαι να είχα ποτέ μετά το τέλος της παιδικής ηλικίας. Η αγαμία ήταν μία τόσο γόνιμη, δημιουργική, πλούσια φάση που κάθε άλλου είδους σχέση που είχα εκείνη την εποχή επίσης άνθησε. Αλλαξε τον τρόπο που αντιμετωπίζω τις σχέσεις, τη μοναξιά, άλλαξε τον τρόπο που κατοικώ στο σώμα μου».

Ο σεξισμός της κάθε μέρας

Ο σεξισμός που κρύβεται στα πιο απίθανα μέρη της καθημερινότητας και διαμορφώνει την ταυτότητα των κοριτσιών, καθώς μεγαλώνουν ήταν ο λόγος που έκανε τη Λόρα Μπέιτς να δημιουργήσει την πλατφόρμα Everyday Sexism, όπου γυναίκες απ’ όλο τον κόσμο έχουν ανεβάσει μέχρι τώρα 100.000 προσωπικές εμπειρίες έμφυλων διακρίσεων, περιθωριοποίησης, σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης. Για να χτυπήσουμε τον σεξισμό της κάθε μέρας πρέπει να τον αναγνωρίσουμε. Μόνο διακόπτοντας τον κύκλο της σιωπής και συνειδητοποιώντας τις μικρές και τις μεγάλες στιγμές που μας αποδίδουν ρόλους που δεν έχουμε επιλέξει, τις στιγμές που κάνουμε το ίδιο και στα παιδιά μας, μπορούμε να προλάβουμε τις συμπεριφορές που προσβάλλουν το φύλο.

Μόνο διακόπτοντας τον κύκλο της σιωπής και συνειδητοποιώντας τις μικρές και τις μεγάλες στιγμές που μας αποδίδουν ρόλους που δεν έχουμε επιλέξει, τις στιγμές που κάνουμε το ίδιο και στα παιδιά μας, μπορούμε να προλάβουμε τις συμπεριφορές που προσβάλλουν το φύλο.

Το everydaysexism.com είναι σίγουρα ένα βήμα για να ενημερωνόμαστε, να ακούμε τις άλλες γυναίκες και να κοιτάζουμε στο δικό μας παρελθόν και μέσα στον κόσμο που πλάθουμε για τις κόρες μας. Για τις δημιουργούς του ντοκιμαντέρ «Girlhood», τα κορίτσια σήμερα είναι μεν πολύ εκτεθειμένα στο ψηφιακό λούνα παρκ με τα άπιαστα πρότυπα διαθέτουν, όμως, συγχρόνως την τύχη να έχουν πρόσβαση σε πηγές πληροφόρησης που τους ανοίγουν τα μάτια. «Τουλάχιστον οι έφηβες που γνωρίσαμε και κινηματογραφήσαμε είναι πολύ πιο ενημερωμένες σε σύγκριση με εκείνες που θυμόμαστε από τη δική μας γενιά. Επιπλέον, έχουν φτιάξει έναν ασφαλή χώρο μεταξύ τους, μπορούν να συζητούν τα θέματα που αφορούν το φύλο τους, ψάχνουν, διαβάζουν, δεν είναι όπως ήμασταν εμείς». Υπάρχει λοιπόν φως στο τέλος του τούνελ της εφηβείας και αυτό είναι η ικανότητά μας να μιλάμε, να ενημερωνόμαστε και να επικοινωνούμε.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Marie Claire Οκτωβρίου.

Δείτε το trailer του «Girlhood»:

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below