Την ημέρα της συνέντευξής μας έχει μόλις επιστρέψει από το Διδυμότειχο και το πατρικό σπίτι της Ελένης Τοπαλούδη και περιγράφει την εμπειρία της φιλοξενίας σαν μια τρυφερή αγκαλιά: πώς η μαμά του δολοφονημένου κοριτσιού, η κυρία Κούλα, την υποδέχτηκε στο δωμάτιο της κόρης της, γεμάτο από προσωπικά της αντικείμενα, και πώς της έφτιαχνε κάθε πρωί ζεστό τραχανά, που «κάνει καλό στο στομάχι».

Για ακόμα μία φορά η Μάρθα Μπουζιούρη βούτηξε βαθιά στην προετοιμασία της νέας θεατρικής παράστασής της – της «Pietà», για τις γυναικοκτονίες και πέντε θύματά τους, τις Ελένη Τοπαλούδη, Ερατώ Μανωλακέλλη, Ντόρα Ζαχαριά, Γαρυφαλλιά Ψαρράκου και Σοφία Σαββίδου, με υλικό από τη γνωριμία της με τις μητέρες των κοριτσιών, Κούλα Αρμουτίδου, Ελένη Κρεμαστιώτη, Κατερίνα Κώτη, Αλεξάνδρα Μάκου και Ρόζα Φωτιάδου αντίστοιχα.

Λίγο πριν από την πρεμιέρα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, στις 6 Οκτωβρίου, και τη συζήτηση με τις μητέρες των δολοφονημένων κοριτσιών σε συντονισμό της δημοσιογράφου Ράνιας Τζίμα, στην παράσταση της επόμενης ημέρας, στις 7 Οκτωβρίου, η Μάρθα μιλάει στο Marie Claire για την έμφυλη βία, που μας αφορά περισσότερο από όσο ίσως έχουμε συνειδητοποιήσει, τους μηχανισμούς επιβίωσης στο πένθος, τη δύναμη της γυναικείας φιλίας.

Φωτογραφία της παράστασης «Pieta». ©Patroklos_Skafidas

«Το ζήτημα της “Pieta” τριγυρνάει στο κεφάλι μου από τότε που έκανα την “Αμάρυνθο”, μια παράσταση με ξεκάθαρα έμφυλη διάσταση, για την υπόθεση βιασμού μιας ανήλικης μαθήτριας, μετανάστριας, από συμμαθητές της το 2018, μια χρονιά-τομή γιατί τότε αρχίσαμε να μιλάμε δημόσια. Μετά ήρθε η γυναικοκτονία της Ελένης Τοπαλούδη. Δεν ξέρω αν οι γυναικοκτονίες αυξήθηκαν στη δύσκολη περίοδο του εγκλεισμού, πολλά λέγονται και γράφονται, αλλά ο ευτελισμός της έμφυλης ταυτότητας ριζώνει σε πολύ βαθιές, παλαιά εδραιωμένες πρακτικές.

«Το ζήτημα της “Pieta” τριγυρνάει στο κεφάλι μου από τότε που έκανα την “Αμάρυνθο”, μια παράσταση με ξεκάθαρα έμφυλη διάσταση, για την υπόθεση βιασμού μιας ανήλικης μαθήτριας, μετανάστριας, από συμμαθητές της το 2018, μια χρονιά-τομή γιατί τότε αρχίσαμε να μιλάμε δημόσια».

»Με βασάνιζε λοιπόν για πολύ καιρό, αλλά δεν ήξερα πώς να το ακουμπήσω. Μέσα από το δημόσιο λόγο των ΜΜΕ μιλάμε για αριθμούς, κάθε χρονιά αθροίζουμε γυναικοκτονίες, η μία διαδέχεται την άλλη και δεν προλαβαίνουμε να τις χωνέψουμε, ενώ μιλάμε για ανθρώπους με ζωές και όνειρα για το μέλλον, όπως εσύ κι εγώ. Οπότε αποφάσισα να αναδείξω το ανθρώπινο στοιχείο και προσέγγισα τις μαμάδες.

»Από την πρώτη στιγμή, όταν τούς εξήγησα ότι ήθελα να κάνω μια παράσταση που δεν θα ήταν μνημόσυνο ούτε δημοσιογραφική καταγγελία αλλά θα περνούσε μέσα από ένα ταξίδι βαθιά προσωπικό και βιωματικό, ήταν πολύ δεκτικές, την αγκάλιασαν και με εμπιστεύτηκαν και θέλω να τις ευχαριστήσω δημόσια γιατί δεν είναι καθόλου αυτονόητη αυτή η εμπιστοσύνη. Και οι ίδιες επιδιώκουν να μιλούν για τα παιδιά τους, όχι αποκλειστικά για τη στιγμή της γυναικοκτονίας και το πλαίσιό της αλλά για να κρατήσουν τη μνήμη τους ζωντανή. Αυτό έχει και ένα χαρακτήρα λυτρωτικό και θεραπευτικό για τις ίδιες. Μου είπαν επί λέξει: η ζωή μου από εδώ και μπρος είναι να μιλάω για το παιδί μου, αυτό μου δίνει δύναμη, όχι το να αναμοχλεύουμε τον τρόπο με τον οποίο δολοφονήθηκε, δηλαδή αυτά που ακούμε θραυσματικά στις ειδήσεις.

«Μου είπαν επί λέξει: η ζωή μου από εδώ και μπρος είναι να μιλάω για το παιδί μου, αυτό μου δίνει δύναμη, όχι το να αναμοχλεύουμε τον τρόπο με τον οποίο δολοφονήθηκε, δηλαδή αυτά που ακούμε θραυσματικά στις ειδήσεις».

»Στην παράσταση θελήσαμε να δούμε την πορεία της ζωής των δολοφονημένων κοριτσιών και στιγμές τους που ακουμπούν σε δικές μας στιγμές, αλλά και να αναδειχθεί το δύσκολο ταξίδι των πέντε μαμάδων τους, τις οποίες, ειλικρινά, θαυμάζω απεριόριστα – την αξιοπρέπεια, τη δύναμη, το θάρρος και ταυτόχρονα την τρυφερότητά τους. Αυτές οι γυναίκες είναι ένα υπέροχο κράμα ενδυνάμωσης για ολόκληρη την κοινωνία.

Φωτογραφία της παράστασης «Pieta». ©Patroklos_Skafidas

»Αυτές οι γυναίκες έχουν γίνει μια αλυσίδα δύναμης και αλληλοφροντίδας, οπότε η μία με έφερε κοντά στην άλλη. Η πρώτη που γνώρισα ήταν η Αλέκα Μάκου, η μητέρα της Γαρυφαλλιάς. Θυμάμαι που τη συνάντησα στην Κόρινθο, δίπλα στη θάλασσα, αρχίσαμε να μιλάμε και δεν κατάλαβα πώς πέρασαν τρεις ώρες. Μετά συνειδητοποίησα ότι αυτός ο δρόμος θα ήταν δύσκολος, επώδυνος, αλλά και τρυφερός και θαρραλέος.

»Με την Ελένη Κρεμαστιώτη, τη μαμά της Ερατούς, συναντηθήκαμε για πρώτη φορά στα γενέθλια της εγγονής της, κόρης της Ερατούς. Μου είπε, αν δεν σε εμπιστευόμουν, θα σε έφερνα να σε γνωρίσω στα γενέθλια της μικρής; Ή η Κούλα Αρμουτίδου μού άνοιξε διάπλατα το σπίτι της στο Διδυμότειχο. Όταν λοιπόν σού ανοίγεται ένας τέτοιος χώρος είναι τεράστια η ευθύνη και τεράστιος ο σεβασμός απέναντί τους και λες, να μην προδώσω την εμπιστοσύνη τους. Τρέμω και ανυπομονώ για την πρεμιέρα, που θα έρθουν όλες μαζί από κάθε μεριά της Ελλάδας.

«Με την Ελένη Κρεμαστιώτη, τη μαμά της Ερατούς, συναντηθήκαμε για πρώτη φορά στα γενέθλια της εγγονής της, της κόρης της Ερατούς. Μου είπε, αν δεν σε εμπιστευόμουν, θα σε έφερνα να σε γνωρίσω στα γενέθλια της μικρής;».

»Στην επαφή μου μαζί τους αισθάνθηκα σε πάρα πολλές στιγμές ότι σπάω και ξανακολλάω, ήταν τόσο δυνατός ο τρόπος με τον οποίο μιλούσαν και εκμυστηρεύονταν πτυχές που δεν θα μάθουμε ποτέ στο δημόσιο λόγο, αυτές φωτίζουν την παράσταση. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια γύρισα στο δικό μου παρελθόν και επεξεργάστηκα εκ νέου δικές μου εμπειρίες έμφυλης βίας, που είχα κωδικοποιήσει διαφορετικά τότε. Πράγματα που είχα βιώσει στα είκοσι χρόνια μου και έλεγα, α, εντάξει, ήταν μια στιγμή που πέρασε, τα ξαναείδα υπό αυτό το καινούριο πρίσμα, της αλληλοαναγνώρισης, της ορατότητας και της πολιτικής συνειδητοποίησης.

»Δεν γίνεται να διαχειριστείς ένα τραύμα τέτοιου μεγέθους χωρίς να σκάβεις το δικό σου τραύμα και να το μοιράζεσαι. Θα ήταν πολύ εγωιστικό εκ μέρους μου, και άκαρπο, να κάθομαι σε ένα τραπέζι περιμένοντας να μου μιλήσουν. Δεν έκανα ερωτήσεις στις μαμάδες. Δεν τους πήρα συνεντεύξεις. Δημιουργήθηκε ένας χώρος εγγύτητας, εμπιστοσύνης και μετά τα πράγματα πήραν το δρόμο τους, κι αυτό το χρωστάω στην άλλη μου ιδιότητα, της κοινωνικής ανθρωπολογίας, που μπόλιασε τον τρόπο με τον οποίο κάνω θέατρο και προσεγγίζω τους ανθρώπους».

«Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια γύρισα στο δικό μου παρελθόν και επεξεργάστηκα εκ νέου δικές μου εμπειρίες έμφυλης βίας, που είχα κωδικοποιήσει διαφορετικά τότε. Πράγματα που είχα βιώσει στα είκοσι χρόνια μου και έλεγα, α, εντάξει, ήταν μια στιγμή που πέρασε».

Όταν η Μάρθα έπιασε απαλά, προσεκτικά, το υλικό της και το κουβάλησε στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, στις συναντήσεις της με την υπόλοιπη ομάδα, που αποτελείται αποκλειστικά από γυναίκες –κάτι που «προέκυψε πολύ οργανικά» όπως λέει– «το overwhelmness χτύπησε ταβάνι. Λειτούργησα κάπως σαν ενδιάμεσο δοχείο που έφερε την εμπειρία της συνάντησης με τις μαμάδες και τα λόγια τους, τα οποία μέσα από τη διαδικασία της δραματουργίας μετασχηματίστηκαν σε σκηνική δράση. Με τα κορίτσια της παράστασης δημιουργήσαμε έναν ασφαλή χώρο, μοιραστήκαμε δικά μας βιώματα και τα βάλαμε στην παράσταση γιατί μας αφορά όλες – στο βαθμό που θα μπορούσαμε να πούμε, εγώ ευτυχώς γύρισα σπίτι, εκείνη τη δεδομένη στιγμή τα πράγματα δεν έφτασαν μέχρι το τέλος. Κι αυτή η τυχαιότητα, το να έχεις πλέον επίγνωση ότι στη θέση της Γαρυφαλλιάς, της Ελένης, της Ντόρας, θα μπορούσε να βρεθεί η καθεμία μας, είναι συντριπτική».

Φωτογραφία της παράστασης «Pieta». ©Patroklos_Skafidas

Μετά από όλη αυτή τη συναισθηματικά φορτισμένη ζύμωση, η «Pietà» είναι έτοιμη να πάρει το δρόμο της, ως ένα ακόμα δείγμα του θεάτρου ντοκιμαντέρ, του είδους που η Μάρθα υπηρετεί εδώ και χρόνια, ως σκηνοθέτρια, ηθοποιός, καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Δικτύου Θεάτρου Ντοκιμαντέρ. Γι’ αυτήν, το θέατρο εκτείνεται πέρα από τις πρόβες και τις παραστάσεις, στους δρόμους και στα σπίτια των ανθρώπων και στις ψυχές τους και στην αληθινή ζωή.

«Θα μπορούσαμε να πούμε, εγώ ευτυχώς γύρισα σπίτι, εκείνη τη δεδομένη στιγμή τα πράγματα δεν έφτασαν μέχρι το τέλος. Κι αυτή η τυχαιότητα, το να έχεις πλέον επίγνωση ότι στη θέση της Γαρυφαλλιάς, της Ελένης, της Ντόρας, θα μπορούσε να βρεθεί η καθεμία μας, είναι συντριπτική».

«Πιτσιρίκα, ήθελα να γίνω από τη μία ηθοποιός, από την άλλη πολεμική ανταποκρίτρια. Οπότε σπούδασα ταυτόχρονα στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης και στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Όταν αποφοίτησα και άρχισα να εργάζομαι και στα δύο πεδία, πάντα κάτι έλειπε και από το ένα και από το άλλο, αναζητούσα μια πιο συμμετοχική και βιωματική ματιά. Κάπου εκεί ήρθε η κοινωνική ανθρωπολογία κι έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Προφανώς ήμουν βαθιά επηρεασμένη και από το σινεμά τεκμηρίωσης, το ντοκιμαντέρ, δηλαδή οι αναφορές μου στο θέατρο είναι κινηματογραφικές. Μαζί με το σύντροφό μου κάναμε τα πρώτα μας βήματα και ως εταιρεία παραγωγής (PLAYS2PLACE). Πρόσφατα έκανα και το πρώτο μου κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ».

Ο λόγος γίνεται για το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη, «À deux voix», που έκανε πρεμιέρα στο φετινό Φεστιβάλ της Δράμας και κατόπιν προβλήθηκε στις Νύχτες Πρεμιέρας. Αφηγείται την ιστορία της απροσδόκητης φιλίας δύο γυναικών από το Βέλγιο, της μητέρας ενός τρομοκράτη του ISIS και της μητέρας ενός θύματος τρομοκρατικού χτυπήματος του 2016. Εξίσου ενδιαφέρον είναι και το παρασκήνιό του.

Το πρώτο της κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ, «À deux voix», αφηγείται την ιστορία της απροσδόκητης φιλίας δύο γυναικών από το Βέλγιο, της μητέρας ενός τρομοκράτη του ISIS και της μητέρας ενός θύματος τρομοκρατικού χτυπήματος του 2016.

«Στη δεύτερη καραντίνα βρίσκομαι έγκλειστη στο Cité Internationale des Arts, με υποτροφία από το Γαλλικό Ινστιτούτο για να κάνω μια παράσταση με θέμα την τρομοκρατία και επίκεντρο το Παρίσι».

Είναι η εποχή που αρχίζει να δουλεύει τη θεατρική παράσταση που τελικά θα ανέβει το 2021 στο Θέατρο ΕΛΕΡ με τίτλο «Belle Εquipe», βασισμένη στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Grégory Reibenberg, ο οποίος επέζησε σχεδόν ως εκ θαύματος από τρομοκρατικό χτύπημα στο ομώνυμο καφέ του, στο Παρίσι, την ώρα που φιλοξενούσε μια μεγάλη προσωπική γιορτή. Στο ίδιο που η γυναίκα του και δέκα στενοί φίλοι έχασαν τη ζωή τους. Από μια τεράστια σύμπτωση σώθηκε και η 9χρονη κόρη τους, Tess. «Συνήθως ήταν μαζί τους, αλλά εκείνη τη μέρα είχε χτυπήσει το ποδαράκι της με μια μπάλα του μπόουλινγκ και την είχαν αφήσει σε ένα φιλικό ζευγάρι. Ο Grégory γλίτωσε γιατί η μικρή τού έλεγε ξανά και ξανά να γυρίσει σπίτι, “μου έχεις υποσχεθεί να φάμε πίτσα!”. Τη στιγμή που εκείνος είχε μπει στο καφέ με βαριά καρδιά να ξεκρεμάσει το παλτό του, πέρασαν και γάζωσαν τον εξωτερικό χώρο με Καλάζνικοφ.

Φωτογραφία της παράστασης «Pieta». ©Patroklos_Skafidas

»Ο Grégory βρήκε τη δύναμη να συνεχίσει χάρη στην Tess, και ήθελα να δημιουργήσω μια παράσταση-έκκληση στη ζωή, έκκληση να μη σε φάει από μέσα το μίσος. Και όντως, άνοιξε ξανά το Belle Εquipe, ως φόρο τιμής στους ανθρώπους που έφυγαν. Ενώ λοιπόν έκανα διαδικτυακή έρευνα για εκείνη την παράσταση, έπεσα τυχαία σε ένα άρθρο στα φλαμανδικά, το μετέφρασα με google translate και διάβασα την ιστορία φιλίας της Σοφί, μαμάς θύματος τρομοκρατικού χτυπήματος, και της Φατιμά, μαμάς ενός αγοριού που στα 18 του ασπάστηκε τον ISIS και πήγε στη Συρία, οι οποίες, κόντρα στα προγνωστικά, ήρθαν κοντά, έγραψαν μαζί και ένα βιβλίο, το οποίο ακόμα δεν έχει εκδοθεί.

»Η ιστορία τους μου κάνει κλικ, τις αναζητώ και τις βρίσκω. Παίρνω ένα τρένο και πηγαίνω στο σπίτι της Σοφί, χτυπάω το κουδούνι, μπαίνω και τις βλέπω με μια απόλυτα ειλικρινή οικειότητα και ζεστασιά μεταξύ τους. Στην ουσία αυτή η απροσδόκητη φιλία είναι ο αφανής πρωταγωνιστής του πρώτου μου κινηματογραφικού ντοκιμαντέρ. Αυτή η γυναικεία ευαισθησία, δοτικότητα και τρυφερότητα, βάλσαμο στη βία, τη μισαλλοδοξία, τη ρητορική που υποδαυλίζει την πόλωση».

«Ο αφανής πρωταγωνιστής του πρώτου μου κινηματογραφικού ντοκιμαντέρ. Αυτή η γυναικεία ευαισθησία και δοτικότητα και τρυφερότητα, βάλσαμο απέναντι στη βία, τη μισαλλοδοξία, τη ρητορική που υποδαυλίζει την πόλωση».

Τη ρωτάω αν πιστεύει ότι το θέατρο, και συνολικά η τέχνη, μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. «Ο κόσμος αλλάζει σφυγμό το σφυγμό, καρδιά την καρδιά, άνθρωπο τον άνθρωπο. Για μένα, ουσιαστική μετακίνηση είναι κάθε άνθρωπος που αγγίζεις μέσα του μια χορδή, χωρίς να του κουνάς το δάχτυλο και να του λες “εσύ φταις” ή “εσύ είσαι ο καλός και οι άλλοι οι εχθροί”. Νομίζω ότι το θέατρο που κάνω έχει την προσδοκία να μετακινήσει κάποιον βήμα βήμα, και ταυτόχρονα, πολύ εγωιστικά, να μετακινήσει κι εμένα από τις βεβαιότητές μου. Από την άλλη, ξέρεις τι σκέφτομαι; Παρόλο που είναι στην καρδιά του λαϊκό, γιατί καταπιάνεται με πράγματα που μας αφορούν όλους, φοβάμαι ότι δεν έχουμε βρει ακόμα τον τρόπο να φέρουμε στην αίθουσα ανθρώπους που θα ήταν πολύ ωραίο να μετακινηθούν, που διαφωνούν και ίσως, παρακολουθώντας μια παράσταση, να προκύψει μια δεύτερη σκέψη μέσα τους. Αυτό θα ήταν το μεγάλο κέρδος».

Φωτογραφία της παράστασης «Pieta». ©Patroklos_Skafidas

Info

Θέατρο του Νέου Κόσμου – Κεντρική Σκηνή, Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Αθήνα, τηλ. 210 9212900, nkt.gr, από τις 6 Οκτωβρίου, κάθε Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 21:15 και Κυριακή στις 18:30 έως τις 19 Νοεμβρίου. Τιμές εισιτηρίων: Γενική είσοδος 18€, μειωμένο (άνεργοι, φοιτητές, ΑΜΕΑ, άνω των 65) 15€. Προπώληση: www.more.com

Ταυτότητα παράστασης

Έρευνα – δραματουργία – σκηνοθεσία: Μάρθα Μπουζιούρη. Κείμενο: Η Ομάδα, με την πολύτιμη συνδρομή των μητέρων: Κούλας Αρμουτίδου, Ελένης Κρεμαστιώτη, Κατερίνας Κώτη, Αλεξάνδρας Μάκου και Ρόζας Φωτιάδου. Σκηνικά-κοστούμια: Άρτεμις Φλέσσα. Σχεδιασμός φωτισμών: Σεμίνα Παπαλεξανδροπούλου. Πρωτότυπη μουσική: Άννα Στερεοπούλου. Επιμέλεια κίνησης: Μαριέλα Νέστορα. Δημιουργία – επιμέλεια βίντεο υλικού: Μάρθα Μπουζιούρη. Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφίδας. Βοηθός σκηνοθέτη: Δανάη Πολυκάρπου. Παίζουν: Νικολίτσα Αγγελακοπούλου, Μαρία Μοσχούρη, Μάρθα Μπουζιούρη, Μαριάνθη Παντελοπούλου, Ελίνα Ρίζου. Παραγωγή: PLAYS2PLACE, σε συμπαραγωγή με το Θέατρο του Νέου Κόσμου και το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας.

Η παράσταση «Pietà» πραγματοποιείται με την οικονομική υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού.

Advertisement - Continue Reading Below
Advertisement - Continue Reading Below